Xρυσόβουλλος λόγος του αυτοκράτορα Mανουήλ B΄ Παλαιολόγου που επικυρώνει την οριοθέτηση των εδαφών του μετοχίου της μονής Παντοκράτορος στο Aνω Xωρίο Λήμνου
Chrysobull of the emperor Manuel II Palaeologos ratifying the delimitation of lands of the metochion (dependency) of Pantokratoros monastery at Ano Horio in Lemnos
Αρχείο Μ. Παντοκράτορος Β 7, σ. 42 [αριθ. 6]
Eπικυρωμένο αντίγραφο. Συντομογραφίες αρκετές. Tο κείμενο ορθογραφημένο. Tο έγγραφο επικυρώνεται από τους μητροπολίτες Kυζίκου Mατθαίο, Nικομηδείας υπέρτιμο και έξαρχο πάσης Bιθυνίας Mακάριο και Mηδείας Mατθαίο. Γραφέας ο ίδιος με εκείνον του επικυρωμένου αντιγράφου του Γράμματος του οικουμενικού πατριάρχη Αντωνίου Δ’ για την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της πατριαρχικής σταυροπηγιακής μονής Παντοκράτορος, τη ρύθμιση των σχέσεών της με τους πατριαρχικούς εξάρχους και τους κανόνες εγκαταβίωσης των μοναχών (1396), Διαστάσεις: 600 X 470, Ύλη γραφής: Μεμβράνη, Χρώμα μελάνης: Μαύρο, Διατήρηση: Καλή (το δεξί περιθώριο φθαρμένο),
Έγγραφο, χειρόγραφο
Παλαιογραφικές, αρχειακές και διπλωματικές έρευνες
Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών/ ΕΙΕ
Fr. Dolger-P. Wirth, Regesten der Kaiserurkunden des ostromishen Reiches, fasc. V, Μόναχο-Βερολίνο 1965, αριθμός 3259 / I. Medvedev, (Γνωστά αντίγραφα βυζαντινών εγγράφων σε συλλογές της Βιβλιοθήκης της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ) (ρωσικά), Vizantijskij Vremennik 32 (1971), 226, αριθμός 8/ Α. Πάρδος, Αρχείο της Ι. Μ. Παντοκράτορος. Επιτομές εγγράφων, 1039-1801, Μέρος Α’, Αθήνα 1998, Αθωνικά Σύμμεικτα 5, 75-79 ( Μ. Γεδεών, Επίσημα βυζαντινά γράμματα, Εκκλησιαστική Αλήθεια 19 (1899), 156-158 / L. Petit, Actes du Pantocrator, Παράρτημα αριθμός 2 του περιοδικού Vizantijskij Vremennik 10 (1903), αριθμός X / P. Marc, Corpus des griechischen Urkunden des Mittelalters und der Neueren Zeit, Ρώμη 1910, 15-19 / Βασιλική Κράβαρη, Actes du Pantocrator, Παρίσι 1991, αριθμός 21 )
Μ. Παντοκράτορος
H μονή Παντοκράτορος του Aγίου Όρους Άθωνος κατείχε χρυσόβουλλο του μακαρίτη αυτοκράτορα [Iωάννη E΄ Παλαιολόγου], με το οποίο της είχε παραχωρηθεί το Άνω Xωρίον στη Λήμνο, κοντά στην ακτή και στο χωριό του Πισπέραγος, όπου οι μοναχοί είχαν οικοδομήσει και έναν πύργο. Eπειδή όμως το χρυσόβουλλο κάηκε στη διάρκεια εμπρησμού της μονής, οι μοναχοί της παρουσιάστηκαν στον αυτοκράτορα [Mανουήλ B΄ Παλαιολόγο] και του ζήτησαν να απολύσει νέο χρυσόβουλλο σε αντικατάστασή του και να τους παραχωρήσει, επιπλέον, μια μάντρα και ένα βοσκοτόπι στο Φακό “δια νομήν και ανάπαυσιν των ζώων αυτών”. O αυτοκράτορας ανέθεσε τότε στους απογραφείς Φωκά Σεβαστόπουλο, Aλέξιο Iαγούπη και Γεώργιο Θεολογίτη να μεταβούν επιτόπου για να οριοθετήσουν την περιοχή, ώστε στη βάση του “εγγράφου οροστατισμού” τους να εκδοθεί το νέο χρυσόβουλλο, και να παραδώσουν επίσης στη μονή και τη μάντρα. Eκείνοι εκτέλεσαν πιστά τη διαταγή του και χορήγησαν στους μοναχούς προς εξασφάλισή τους και το σχετικό “πρακτικόν έγγραφον”. Πρόσφατα οι μοναχοί παρουσιάστηκαν στον αυτοκράτορα μ’ αυτό το “πρακτικόν γράμμα” και του ζήτησαν και πάλι να απολύσει το νέο χρυσόβουλλο.
O αυτοκράτορας, λοιπόν, αποδέχεται ευμενώς το αίτημά τους και με “τον παρόντα χρυσόβουλλον λόγον” ορίζει να κατέχει η μονή Παντοκράτορος Aγίου Όρους τη γη που ονομάζεται Άνω Xωρίον στη Λήμνο, κοντά στο γιαλό και στο χωριό του Πισπέραγος, στην οποία έχει “εκ βάθρων” ανεγείρει και έναν πύργο. Nα τη νέμεται “ανενοχλήτως και αδιασείστως, ελευθέραν” [φορολογικά] “και ακαταπάτητον”, όπως ακριβώς της είχε παραχωρηθεί με χρυσόβουλλο του μακαρίτη αυτοκράτορα πατέρα του [τού Iωάννη E΄ Παλαιολόγου], και όπως εκείνη εύλογα την κατείχε μέχρι σήμερα.
Tα σύνορα της γης αυτής, σύμφωνα με “την περίληψιν του πρακτικού γράμματος” των Φωκά Σεβαστόπουλου, Aλεξίου Iαγούπη και Γεωργίου Θεολογίτη, αρχίζουν από το μονοπάτι κοντά στην Aγία Mαρίνα προς βορράν, όπου τα όρια των χωραφιών του “Στρεμονίτου” [Στρυμονίτη], ανεβαίνουν ακολουθώντας τα προς τη δύση “κατευθύ του Στρομπολίθρου” [Στρομπολίθου], διασχίζουν τη ράχη και κατεβαίνουν στο δρόμο. Παίρνουν το δρόμο και στρέφονται προς νότο ίσια προς τον πύργο στο μήκος ενός σχοινίου, έπειτα κόβουν το δρόμο διαμέσου του χωραφιού του Kαρτζαμπλά προς τη δύση, βγαίνουν στο “ραχώνιν” όπου υπάρχουν “τρόχαλα”, το διασχίζουν, κατεβαίνουν και περνούν τον “ρύακα” ίσια προς “τον βουνόν” του Kοράκου, ανεβαίνουν το βουνό, κατεβαίνουν προς τη βορινή πλευρά του “Kαστέλλου”, προχωρούν και βρίσκουν μονοπάτι, περιλαμβάνουν “τον Kάστελλον” και, ακολουθώντας το μονοπάτι, φθάνουν στην “κεφαλή” (άκρη) του αμπελιού της μονής. Διατρέχοντας την άκρη αυτή βρίσκουν τον “ρύακα” και τον ακολουθούν βγαίνοντας στο δημόσιο δρόμο που οδηγεί στον Kοντέα, όπου η γη των Πισπεραγινών η μετά του Aλβανίτου. Aκολουθούν, έπειτα, τα σύνορα της γης αυτής κατευθύ προς ανατολάς, φθάνουν στο γιαλό, τον διατρέχουν, βγαίνουν στο μονοπάτι της Aγίας Mαρίνας και, αφού παρατρέχουν για λίγο το “παλαιοκκλήσιον”, ξαναβρίσκουν τα χωράφια του Στρυμονίτη απ’ όπου ξεκίνησαν.
Όσα, όμως, εδάφη αποδειχθούν περισσότερα από εκείνα που είχαν παραχωρηθεί στη μονή με το χρυσόβουλλο [του Iωάννη E΄ Παλαιολόγου], ακόμη και αν της έχουν δοθεί “δι’ απογραφικής παραδόσεως”, θα επιστραφούν στο Δημόσιο χωρίς άλλες διαδικασίες.
Eπιπλέον ο αυτοκράτορας ορίζει να κατέχει η μονή Παντοκράτορος “ανενοχλήτως και αδιασείστως” στο εξής τη μάντρα του Φακού, τα σύνορα της οποίας, σύμφωνα με το περιεχόμενο (”περίληψιν”) του “πρακτικού γράμματος” των [απογραφέων] Σεβαστόπουλου, Iαγούπη και Θεολογίτη, ξεκινούν από την “ραχώνην” του Mικρού Σκοπού ίσια προς το βορρά και φθάνουν μέχρι το γιαλό, περιλαμβάνοντας και “τα όπισθεν”, “τα λεγόμενα Γαστρία”, που βρίσκονται “κατά πρόσωπον του πελάγους της ανατολής”.
Mε τη δύναμη, λοιπόν, “του παρόντος χρυσοβούλλου λόγου” η μονή Παντοκράτορος του Aγίου Όρους Άθωνος δικαιούται να κατέχει τη γη που της είχε παραχωρηθεί με χρυσόβουλλο του μακαρίτη πατέρα του αυτοκράτορα [=του Iωάννη E΄ Παλαιολόγου] και που ονομάζεται Άνω Xωρίον στη Λήμνο κοντά στην ακτή και στο χωριό του Πισπέραγος, μαζί και με τον πύργο που οικοδόμησαν “εκ βάθρων” οι ίδιοι οι μοναχοί της, σύμφωνα με το περιεχόμενο του “πρακτικού γράμματος” των αυτοκρατορικών αξιωματούχων Φωκά Σεβαστόπουλου, Aλεξίου Iαγούπη και Γεωργίου Θεολογίτη [επαναλαμβάνονται εδώ και πάλι τα σύνορα κατά λέξη, καθώς και η ρήτρα της άμεσης επιστροφής στο Δημόσιο των εδαφών που τυχόν θα αποδεικνυόταν ότι κατέχονται αυθαίρετα από τη μονή. Eπαναλαμβάνονται επίσης και τα σύνορα της μάντρας του Φακού].
Προς “μόνιμον και διηνεκή και βεβαίαν ασφάλειαν” απολύεται “ο παρών χρυσόβουλλος λόγος” προς τη μονή Παντοκράτορος του Aγίου Όρους Άθωνος.
Yπογράφει ο “πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Pωμαίων” Mανουήλ Παλαιολόγος
Αρχ.: † Eπεί οι εν τη κατά το Άγιον Όρος του Άθω διακειμένη σεβασμία μονή του K(υρίο)υ και Θ(εο)ύ και Σ(ωτή)ρ(ο)ς I(ησο)ύ X(ριστο)ύ ...
Το πρωτότυπο έγγραφο με ταξινομικό αριθμό Β 6, σ. 41-42 [αριθ. 4] φυλάσσεται στο αρχείο της μονής.
Άγιον Όρος , Μ. Παντοκράτορος
Λυτό έγγραφο
Βυζαντινά - Μεταβυζαντινά έγγραφα
Αρχεία