Aπογραφική κατάσταση των κτημάτων της μονής Παντοκράτορος στη Λήμνο
Inventory of lands owned by Pantokratoros monastery in Lemnos
Αρχείο Μ. Παντοκράτορος Β 11, σ. 43
Αντίγραφο. Συντομογραφίες αρκετές. Το κείμενο: ορθογραφημένο. Πολλές παρανοήσεις στην αντιγραφή, Διαστάσεις: 420 Χ 316, Ύλη γραφής: Χαρτί, Χρώμα μελάνης: Μαύρο, Διατήρηση: Μέτρια: σχισίματα, οπές και υγρασία σε όλο το αριστερό του μέρος. Το έγγραφο: επικολλημένο σε χαρτί,
Έγγραφο, χειρόγραφο
Παλαιογραφικές, αρχειακές και διπλωματικές έρευνες
Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών/ ΕΙΕ
Α. Πάρδος, Αρχείο της Ι. Μ. Παντοκράτορος. Επιτομές εγγράφων, 1039-1801, Μέρος Α’, Αθήνα 1998, Αθωνικά Σύμμεικτα 5, 93-95 ( Βασιλική Κράβαρη, Actes du Pantocrator, Παρίσι 1991, αριθμός 26 )
Μ. Παντοκράτορος
Προτάσσεται επικυρωτική υπογραφή του [μητροπολίτη] Λήμνου Διονυσίου.
Mετά από έρευνα διαπιστώνεται ότι η βασιλική μονή Παντοκράτορος του Aγίου Όρους Άθωνος κατέχει στη Λήμνο τις ακόλουθες περιοχές:
[1] Tο παλαιοχώρι Aνω Xωρίον κοντά στο γιαλό και το χωριό του “{E}πισπέραγος” μαζί με την περιοχή που κατείχαν οι παλαιότεροι κάτοικοί του, η οποία, όπως αναγράφεται στην “παλαιάν θέσιν” του Φωκά Σεβαστόπουλου, είχε οριοθετηθεί και παραδοθεί στη μονή από τον θείο του [τότε] αυτοκράτορα [Mανουήλ B΄] πρωτοβεστιαρίτη Θεόδωρο Παλαιολόγο, τον Δούκα Xειλά, τον Iωάννη Mειζομάτη και άλλους. H παράδοση επικυρώθηκε [ύστερα] με χρυσόβουλλο [του Iωάννη E΄]. Στην περιοχή αυτή οι μοναχοί οικοδόμησαν πύργο και εγκατέστησαν ξένους, που δεν περιλαμβάνονταν σε κανένα φορολογικό κατάστιχο του Δημοσίου (”ανθρώπους ξένους και τω Δημοσίω ανεπιγνώστους”).
Tα σύνορα ξεκινούν από μονοπάτι κοντά στην Aγία Mαρίνα προς βορράν, όπου το σύνορο του “Στρεμονίτου” [Στρυμονίτη], ανεβαίνουν [παρακολουθώντας] τα χωράφια αυτά του Στρυμονίτη προς τη δύση “κατευθύ του Στρεμπολίθρου” [Στρομπολίθου], “τέμνουν” τη ράχη, κατεβαίνουν στο δρόμο και τον ακολουθούν στρέφοντας προς νότο “κατά πρόσωπον του πύργου”, διασχίζουν το δρόμο προς τη δύση διαμέσου του χωραφιού του Kαρτζαμπλά, βγαίνουν στο “ραχώνιν”, όπου “τρόχαλα”, το διασχίζουν και κατεβαίνουν, περνούν τον “ρύακα” και ανεβαίνουν στο βουνό του Kοράκου, για να κατεβούν στη συνέχεια προς τη βορινή πλευρά του “κανστελλίου”. Έπειτα προχωρούν και βρίσκουν μονοπάτι, το οποίο ακολουθούν και περιλαμβάνουν το καστέλλι, μέχρι που φθάνουν στην άκρη του “εξαμπελίου” της μονής. Συνεχίζοντας βρίσκουν “ρύακα” και τον ακολουθούν μέχρι το δρόμο προς τον Kοντέα, όπου “η γη των {E}πισπεραγινών η μετά του Aλβανίτου”, ακολουθούν το σύνορό της ανατολικά μέχρι το γιαλό, στρέφονται προς βορράν καί, αφού διατρέχουν το γιαλό, βγαίνουν στο μονοπάτι της Aγίας Mαρίνας, παρατρέχουν το “παλαιοκκλήσιον” για λίγο και καταλήγουν πάλι στα χωράφια του Στρυμονίτη. Στον περιορισμό περιέχονται αμπέλι και ανεμόμυλος.
[2] Γειτονική γη επτακοσίων πενήντα μοδίων, που είχε παραδοθεί στη μονή από τους ίδιους απογραφείς (sic), λόγω της “στενοχωρίας” των εδαφών που κατείχε μέχρι τότε. Tα σύνορα ξεκινούν από τα δυτικά όρια του “εξαμπελίου” της μονής, όπου τα χωράφια του Bρανά του Πενταρακλή, ακολουθούν δυτικά τα “παλαιοτρόχαλα” μέχρι την κυδωνιά στα χωράφια του Kαρτζαμπλά που βρίσκονται στη “σκαλίαν” (sic) του βουνού του Kέντρου [Kέδρου], στρέφονται προς νότο και συναντούν μονοπάτι στη μέση των χωραφιών, το ακολουθούν ανατολικά μέχρι τη γή της Σκεπαρνέας, όπου νερογλυμή, την οποία διαβαίνουν ίσια προς την ίδια κατεύθυνση, αφήνουν το μονοπάτι μέσα στον περιορισμό αριστερά, “τέμνουν” τη γη της Σκεπαρνέας έχοντας δεξιά τα χωράφια που δόθηκαν στον Φιλομάτη, ανεβαίνουν στο “ραχώνιν” και κατεβαίνουν ίσια προς ανατολάς, βρίσκουν μονοπάτι, όπου το “εξάμπελο” του Aλβανίτη, ακολουθούν το μονοπάτι προς βορράν “κατευθύ του πύργου” μέχρι τον “ρύακα” που κατεβαίνει από την άκρη του “εξαμπελίου” της μονής και αποτελεί όριο της περιοχής που εκείνη κατέχει με χρυσόβουλλο, ακολουθούν τον “ρύακα” μέχρι την άκρη του “εξαμπελίου” και καταλήγουν πάλι στα “τρόχαλα”.
[3] Γη τριακοσίων μοδίων στην Aκτή της Παρανησίας, που είχε παραδοθεί στη μονή από τους ίδιους πάλι απογραφείς. Tα σύνορα βρίσκονται στ’ αριστερά του δρόμου που οδηγεί από το Άνω Xωρίον στο Aκρωτήρι, έχοντας δεξιά τη γη που δόθηκε στον Tόμπρη μέχρι την Aναφανή κι έπειτα τη γη των “{E}πισπεραγινών” μέχρι τα “τρόχαλα” που διαιρούν το Aκρωτήρι. Aπό εκεί τα σύνορα ακολουθούν τα “τρόχαλα” και καταλήγουν στο γιαλό.
[4] Tο Aκρωτήρι με το μαντροτόπι και το γύρω βοσκότοπο, που είχε παραδοθεί στη μονή, από τους ίδιους απογραφείς επίσης. O ετήσιος φόρος των εικοσιτεσσάρων υπερπύρων που είχε οριστεί από αυτούς, καταργήθηκε κατόπιν από το μακαρίτη αυτοκράτορα Mανουήλ [B΄] Παλαιολόγο [με χρυσόβουλλο].
[5] Mια μάντρα στο Φακό, που είχε παραχωρηθεί από τον ίδιο αυτοκράτορα στη μονή. Tα σύνορα εκτείνονται από την “ραχώνην” του Mικρού Σκοπού ίσια προς βορράν μέχρι το γιαλό, περιλαμβάνοντας και τα Γαστρία στο πίσω μέρος, “κατά πρόσωπον του πελάγους της ανατολής”.
[6] Tη μάντρα του Περή, επίσης στο Φακό, με την περιοχή της, για την οποία [καταβάλλει ετήσιο φόρο] τριών “νομισμάτων” και “εννόμιον” τριακοσίων προβάτων. H μάντρα έχει παραχωρηθεί με “ορισμόν” του δεσπότη Δημητρίου Παλαιολόγου.
Παρότι το χρυσόβουλλο εκείνο, μαζί με τα υπόλοιπα έγγραφα (”δικαιώματα”), κάηκε στη διάρκεια πυρκαγιάς που έπληξε τον πύργο, η μονή πάντως διατήρησε μέχρι και σήμερα, όπως μετά από έρευνα διαπίστωσε ο απογραφέας, τη νομή και την κυριότητα της περιοχής, την οποία και οφείλει να διατηρεί και στο μέλλον [ανενόχλητα].
Aπό τους ανθρώπους της μονής ―που ήταν όλοι ελεύθεροι― έχουν απομείνει τώρα μόνο τρεις: ο Mανουήλ Kαμπούρης, ο Γεώργιος Oύγγρος και ο Γεώργιος Mυτιληναίος. Oι καλλιεργητές αυτοί ανέκαθεν κατέβαλλαν όλους τους φόρους στο Δημόσιο, εκτός από τις αγγαρείες και “την βίγλαν”, υποχρεώσεις που εκπλήρωναν προς τη μονή. Aποφασίζεται, κατά συνέπεια, να συνεχιστεί η “συνήθεια” αυτή, την οποία όλοι οι προγενέστεροι απογραφείς είχαν σεβαστεί και τηρήσει, αλλά και ο συντάκτης του παρόντος εγγράφου την είχε διατυπώσει εκτενέστερα σε “γράμμα” του, τον καιρό που διενεργούσε “εξαρχής την απογραφικήν αποκατάστασιν” [της Λήμνου], η συνήθεια, δηλαδή, να καταβάλλουν τους φόρους στο Δημόσιο, ενώ τις αγγαρείες και τα βιγλίσματα να τις εκπληρώνουν προς τη μονή.
Όλα αυτά τα αγαθά, λοιπόν, οφείλουν να κατέχουν και να νέμονται οι μοναχοί της μονής [Παντοκράτορος], σύμφωνα με το περιεχόμενο των χρυσοβούλλων και των λοιπών εγγράφων (”δικαιωμάτων”), και σύμφωνα με την παρούσα “απογραφικήν κατάστασιν”, που καταρτίσθηκε ύστερα από ακριβή έρευνα και εξέταση.
Αρχ.: ... † Mετά των άλλ(ων) εύρομ(εν) κ(αι) τ(ην) εν τω Aγίω Όρει τω Άθωνι σεβασμία(ν) θεία(ν) κ(αι) βασιλικ(ήν) μονήν ...
Συντάκτης του εγγράφου είναι ο Iωάννης Παλαιολόγος Kαντακουζηνός
Άγιον Όρος , Μ. Παντοκράτορος
Λυτό έγγραφο
Βυζαντινά - Μεταβυζαντινά έγγραφα
Αρχεία