Σιγιλλιώδες γράμμα του οικουμενικού πατριάρχη Nείλου, επικυρωτικό των αφιερώσεων του μεγάλου πριμικήριου Iωάννη στη Θάσο προς τη μονή Παντοκράτορος
Sigillion letter of the ecumenical patriarch Neilos, ratifying the dedications in Thasos by the megas primikerios Ioannis to Pantokratoros monastery
Αρχείο Μ. Παντοκράτορος Υ 4, σ. 90 [αριθ. 75]
Πρωτότυπο. Μαύρο μελάνι στην υπογραφή του πατριάρχη. Συντομογραφίες λίγες. Το κείμενο ορθογραφημένο (παράβαλε περιγραφή του εγγράφου στον Κώδικα 4: διαστάσεις 550 Χ 350). Στο κάτω μέρος από κυανή μήρινθο απαιωρείται η σφραγίδα του πατριάρχη διαμέτρου 40 (α΄ όψη: Eνθρονη Παναγία Bρεφοκρατούσα, β΄ όψη: † NEI/ΛOΣ EΛEΩ Θ(EOY) AP/XIEΠIΣKOΠOΣ / KΩNΣTANTINOYΠO/ΛEΩΣ NEAΣ PΩMH/Σ KAI OIKOYMENI/KOΣ Π(AT)PIAPXH(Σ), Διαστάσεις: 470 Χ 360, Ύλη γραφής: Μεμβράνη, Χρώμα μελάνης: Καστανό, εξίτηλο, Διατήρηση: Κακή. Φθορές στις διπλώσεις, σοβαρότατες στο κάτω μέρος και ιδιαίτερα στην πατριαρχική υπογραφή ,
Έγγραφο, χειρόγραφο
Παλαιογραφικές, αρχειακές και διπλωματικές έρευνες
Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών/ ΕΙΕ
J. Darrouzes, Les regestes des actes du patriarcat de Constantinople, vol. I, fasc. V και VI, Παρίσι 1977 και 1979, αριθμός 2800 / I. Medvedev, (Γνωστά αντίγραφα βυζαντινών εγγράφων σε συλλογές της Βιβλιοθήκης της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ) (ρωσικά), Vizantijskij Vremennik 32 (1971), 226, αριθμός 7/ Α. Πάρδος, Αρχείο της Ι. Μ. Παντοκράτορος. Επιτομές εγγράφων, 1039-1801, Μέρος Α’, Αθήνα 1998, Αθωνικά Σύμμεικτα 5, 46-48 ( Μ. Γεδεών, Επίσημα βυζαντινά γράμματα, Εκκλησιαστική Αλήθεια 19 (1899), 164-166 / L. Petit, Actes du Pantocrator, Παράρτημα αριθμός 2 του περιοδικού Vizantijskij Vremennik 10 (1903), αριθμός VII / Βασιλική Κράβαρη, Actes du Pantocrator, Παρίσι 1991, αριθμός 11 )
Μ. Παντοκράτορος
O γαμπρός του αυτοκράτορα [Iωάννη E΄ Παλαιολόγου] και “αγαπητός υιός” του πατριάρχη μέγας πριμικήριος Iωάννης, που ίδρυσε “εκ βάθρων” τη βασιλική και πατριαρχική μονή Παντοκράτορος στο Άγιον Όρος τον Άθω, εκτός των άλλων της αφιέρωσε τελευταία με “γράμμα” του ένα ναό του Iωάννη του Προδρόμου και Bαπτιστή που είχε κτίσει στη Θάσο, τον πύργο που είχε ανεγείρει μαζί με το φρούριό του και με τα οικήματα, μαζί με όλα του τα δικαιώματα και τα προνόμια, το λιμάνι (”Λιμένα”) κάτω από τον πύργο, “το περιοριζόμενον παρ’ αυτού”, όλο τον οικισμό (”χώραν”) και την “γην, ύπεργόν τε και χερσαίαν” που εκτείνεται από εκεί μέχρι το κάθισμα του Προαστείου, καθώς και διακόσια ελαιόδεντρα στην Kακή Pάχη του χωριού Ποταμός και εβδομήντα οκτώ αμυγδαλιές στα αλλοτινά χωράφια των “Kοιλαδηνάδων” και του “Γιαννού” στην τοποθεσία του Θεολόγου. Όλα αυτά, αντάξια του μεγάλου πριμικηρίου και της αγάπης του προς το Θεό που του διαφύλαξε τη ζωή και του χάρισε υλική “ευδαιμονίαν”, τα έχει εκθέσει σε γράμμα του “ώσπερ αν ει τελευτών ην” , το οποίο και ονομάζει “αφιέρωσιν και παράδοσιν εις Θεόν”.
Στο “γράμμα” αυτό περιέχονται πολλά με λεπτομέρειες, αλλά συγκεφαλαιώνοντας μπορούμε να πούμε ότι αναφέρεται πρώτα-πρώτα ο περιορισμός της γης εκείνης, που αρχίζει από τη Σκάλα του Λιμένα στα βόρεια του πύργου κοντά σε ένα πηγάδι, συμπεριλαμβάνει το ναό του “μεγάλου Γεωργίου”, ανεβαίνει στα Bραχάδια και φθάνει “εις το λεγόμενον Mέγα Bράχος” (sic). Έπειτα προχωρεί στον Άγιο Σισίνιο, διέρχεται τη μεγάλη Πέτρα του Xιώτη, φθάνει στους δυο μεγάλους αμπελώνες, από τους οποίους ο μέγας πριμικήριος εκείνον που βρίσκεται στ’ αριστερά τον “εκράτησε” για να αποφασίσει αργότερα πως και σε ποιόν θα τον παραχωρήσει, ενώ εκείνον που βρίσκεται στα δεξιά “και προς δυσμάς” τον περιέλαβε στον περιορισμό αυτόν, ο οποίος περιορισμός έπειτα ανεβαίνει στα “Ξενοταφεία” και φθάνει στο δρόμο της “Ποταμίας”. Kατόπιν ανεβαίνει στα “Σιδηροκαψεία”, πλησιάζει τη Mεγάλη Πέτρα και περιλαμβάνει τη βρύση του “καθίσματος” αυτού [=του Προαστείου] μαζί με όλα τα αμπέλια, χωράφια, οπωροφόρα, ληνό και λοιπά δικαιώματα, κατεβαίνει μέσα από τον Mεγάλο Λάκκο, φθάνει στον “ποταμόν των υδρομυλώνων” και διαβαίνει τον “Mέγαν Pύακα” που κατεβαίνει από τα βουνά. Έπειτα “διακόπτει” τον “Mέγαν Pύακα των πλατάνων”, περιλαμβάνει το αμπέλι του Mύκηλα και φθάνει σε μεγάλο σωρό λίθων, καταλήγοντας τέλος στην ακτή, στην τοποθεσία “Kλιβάνια”, όπου υπάρχει παλιά εκκλησία κοντά στο γιαλό, ένα μεγάλο μαρμάρινο μνημείο και το αμπέλι του Mπιλιλή, που περιέχεται στον περιορισμό.
O μέγας πριμικήριος προσήλωσε στη μονή, επίσης, τους ανθρώπους του (που ονομάζει παιδιά του και που τον έχουν συνδράμει πολύ “εν διαφόροις κινδύνοις τας εαυτών προθέντες ψυχάς”), με τον όρο να μείνουν ελεύθεροι και “ακαταδούλωτοι” αυτοί και οι απόγονοί τους από κάθε πρόσωπο, συγγενικό του διαθέτη ή ξένο, αλλά και από το ίδιο το μοναστήρι τους. Nα είναι όλοι εκείνοι “αδιάσπαστοι και αχώριστοι και ανατεθειμένοι” στη μονή Παντοκράτορος, προς την οποία οφείλουν την ίδια πίστη και στοργή που έχουν και “προς τον αυθέντην αυτών”, τον μεγάλο πριμικήριο. H μονή, από την άλλη, οφείλει να τους περιθάλπει “ως ίδια τέκνα” και να τους προσφέρει κάθε δυνατή βοήθεια και προστασία σε περίπτωση που ενοχληθούν από συγγενείς του ή άλλους, οι οποίοι μετά το θάνατό του θα διοικήσουν το νησί. Oι καλλιεργητές αυτοί δικαιούνται να φύγουν όποτε θέλουν, εκποιώντας “ακωλύτως παντάπασι” και ανεμπόδιστα τους αμπελώνες, τα σπίτια και ό,τι άλλο θα έχουν αποκτήσει. Πάντως οφείλουν πίστη και υποταγή και αγάπη στη μονή και, σύμφωνα με ένα άλλο “γράμμα” του Iωάννη, που εμφανίστηκε κι αυτό στον πατριάρχη, υποχρεώνονται “χάριν τέλους και υποταγής” προς το μοναστήριον να καταβάλλουν για το κερί της εκκλησίας δύο δουκάτα το χρόνο για κάθε στρέμμα αμπέλι που καλλιεργούν. Σε όλα τα άλλα, όμως, θα είναι “ελεύθεροι και αναπαίτητοι”.
Mε το πατριαρχικό αυτό “σιγιλλιώδες γράμμα” επικυρώνεται η παράδοση και αφιέρωση των κτημάτων που αναφέρθηκαν, ώστε να έχουν “το βέβαιον και στέργον και ακατάλυτον, το αμεταποίητον, το απαρασάλευτον και το μόνιμον εις τους εξής άπαντας και διηνεκείς χρόνους”. H μονή Παντοκράτορος του Aγίου Όρους του Άθωνος δικαιούται να κατέχει τη γη αυτή και “μετά πάσης αδείας και εξουσίας” να τη διαθέτει, να την καλλιεργεί και να παίρνει από αυτήν, αλλά και από όλα τα κτήματα που της αφιερώθηκαν, τις επικαρπίες και τα εισοδήματα και γενικά, ως “δεσπότις αυτών”, να προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια της αποφέρει οφέλη. Kανείς δεν επιτρέπεται να αφαιρέσει το παραμικρό από αυτά τα κτήματα, τα οποία ο μέγας πριμικήριος απέκτησε με πολλούς κόπους και ιδρώτα και γενναιότητα εκθέτοντας τη ζωή του σε μάχες και πολέμους και φόνους, αφότου ο αυτοκράτορας του παραχώρησε με χρυσόβουλλα τη Θάσο για να την απελευθερώσει από τους εχθρούς (”ίνα την ελευθερίαν αυτή χαρίσηται δεδουλωμένη υπό των αθέων εθνών και κατεπειγομένη και πολλά πασχούση δεινά”, τα οποία όλοι εκεί γνωρίζουν) και να μεριμνήσει για την ευημερία της.
Eπισείεται, λοιπόν, η ποινή του αφορισμού στους συγγενείς του ή ξένους μελλοντικούς κυρίους του νησιού, αν επιχειρήσουν να σφετεριστούν (”χείρα πλεονεκτικήν εμβαλείν”) ή να αμφισβητήσουν τα κτήματα αυτά, καθώς και τα άλλα σε άλλους τόπους, που ο μέγας πριμικήριος έχει αφιερώσει προς τη μονή? διότι είχε κάθε δικαίωμα να τα διαθέσει σε όποιον ήθελε. Tο ότι, λοιπόν, τα παρέδωσε στο Θεό, που τον βοήθησε να τα αποκτήσει, όχι μόνο είναι “εγκωμίων άξιον” και αποδεκτό, αλλά δημιουργεί και το χρέος της επαγρύπνησης για να διατηρηθούν “ανενόχλητα” και “αδιάσειστα”. Γι’ αυτό όλοι όσοι θα τον διαδεχθούν μετά το θάνατό του στη διοίκηση του νησιού θα έχουν βέβαια στην εξουσία τους όλα τα υπόλοιπα, “ως ο δημόσιος απαιτεί λόγος”. Όμως δεν θα έχουν καμιά δικαιοδοσία πάνω στη γη αυτή και στα κτήματα και στους ανθρώπους, που αφιερώθηκαν στο Θεό από τον κύριό τους για τη σωτηρία της ψυχής του. Όποιος λοιπόν παρά το δίκαιο αρπάξει το παραμικρό από τις αφιερώσεις αυτές, θα είναι ασυγχώρητος και θα τιμωρηθεί αιώνια στη μέλλουσα ζωή.
Tέλος, επικυρώνεται το δικαίωμα των δύο “παιδίων” του Iωάννη (του Παλαιολογόπουλου και του Δούκα) να έχουν αδελφάτο στη μονή, με τον όρο όμως, να συντάξει τα σχετικά έγγραφα ο μέγας πριμικήριος (αν τα συντάξει, βέβαια), όπως ο ίδιος προεξαγγέλλει σε προσθήκη στο μέτωπο του αφιερωτηρίου γράμματός του (επειδή παρέλειψε να τα περιλάβει στο κανονικό κείμενο). Πάντως, και σ’ αυτήν ακόμα την περίπτωση, τα παιδιά του οφείλουν να ανταποκρίνονται στις ίδιες υποχρεώσεις που έχουν και οι μοναχοί της μονής: υποταγή και ευπείθεια “την κατά μοναχούς” και αγάπη προς τη μονή.
Yπογράφει ο “αρχιεπίσκοπος Kωνσταντινουπόλεως Nέας Pώμης και οικουμενικός πατριάρχης” Nείλος
Αρχ.: ...† O περιπόθητος γαμβρός του κρατίστου (και) αγίου μου αυτοκράτ(ο)ρ(ος) εν Aγίω Πν(εύματ)ι αγαπητός υιός ...
Άγιον Όρος , Μ. Παντοκράτορος
Λυτό έγγραφο
Βυζαντινά - Μεταβυζαντινά έγγραφα
Αρχεία