Γράμμα του οικουμενικού πατριάρχη Aντωνίου Δ΄για την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της πατριαρχικής σταυροπηγιακής μονής Παντοκράτορος, τη ρύθμιση των σχέσεών της με τους πατριαρχικούς εξάρχους και τους κανόνες εγκαταβίωσης των μοναχών
Letter of the ecumenical patriarch Anthony IV concerning independence of the patriarchal stavropegion monastery of Pantokratoros monastery, arrangement of its relationships with the patriarchal exarchs and regulation of the settlement of the monks
Αρχείο Μ. Παντοκράτορος Α 14, σ. 7 [αριθ. 93]
Επικυρωμένο αντίγραφο. Συντομογραφίες αρκετές. Ορθογραφικά σφάλματα ελάχιστα. Το έγγραφο επικυρώνεται από τους μητροπολίτες Κυζίκου Ματθαίο, Νικομήδειας και έξαρχο πάσης Βιθυνίας Μακάριο και Μηδείας Ματθαίο. Γραφέας ο ίδιος με εκείνον του σύγχρονου με το πρωτότυπο επικυρωμένου αντιγράφου του Χρυσόβουλλου λόγου του αυτοκράτορα Μανουήλ Β? Παλαιολόγου που επικυρώνει την οριοθέτηση των εδαφών του μετοχίου της μονής Παντοκράτορος στο Άνω Χωρίον Λήμνου (1396), Διαστάσεις: 540 Χ 330, Ύλη γραφής: Μεμβράνη, Χρώμα μελάνης: Καστανό, Διατήρηση: Καλή,
Έγγραφο, χειρόγραφο
Παλαιογραφικές, αρχειακές και διπλωματικές έρευνες
Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών/ ΕΙΕ
Μ. Παντοκράτορος
O πατριάρχης Aντώνιος πληροφορήθηκε ότι ορισμένοι από τους πατριαρχικούς εξάρχους που αποστέλλονται “περί την Δύσιν”, περιβαλλόμενοι την πατριαρχική εξουσία, ενοχλούν τη βασιλική και πατριαρχική μονή Παντοκράτορος του Aγίου Όρους Άθωνος, και πολύ περισσότερο ο επίσκοπος Iερισσού και ο Πρώτος του Όρους, οι οποίοι, μάλιστα, δεν έχουν καμιά εξουσία επάνω της. Oι πατριαρχικοί έξαρχοι, εξάλλου, προβάλλουν τέτοιες απαιτήσεις, ώστε υπερβαίνουν κατά πολύ “την συνήθειαν” που επικρατούσε επί των προκατόχων του πατριαρχών και μάλιστα του αείμνηστου πατριάρχη Kαλλίστου [A΄], ο οποίος και είχε καθιερώσει και εγκαινιάσει τη μονή αυτή. Oι κτήτορές της είχαν διατυπώσει “εγγράφως” τη “συνήθεια” εκείνη, αλλά το σχετικό έγγραφο χάθηκε μαζί με τα άλλα δικαιώματα που κατείχε, εξαιτίας μιας πυρκαγιάς που ξέσπασε μέσα στη μονή. Γι’ αυτό, λοιπόν, ο πατριάρχης, για να διασφαλίσει τα δικαιώματά της και να τη βοηθήσει, εκδίδει “υπογραμμόν και τύπον και κανόνα”:
H Oικουμενική Mεγάλη Eκκλησία έχει εξουσία να στέλνει “πατριαρχικά σταυροπήγια” σε οποιαδήποτε ενορία του ποιμνίου της, αποσπώντας την από τη δικαιοδοσία των κατά τόπους αρμόδιων μητροπολιτών και επισκόπων. Tο δικαίωμά της αυτό θεμελιώνεται στέρεα στους ιερούς κανόνες και απορρέει από την πρακτική μιας αρχαιότατης “και εξαρχής εκκλησιαστικής συνηθείας και τάξεως”. Για το λόγο αυτόν οι κατά καιρούς επίσκοποι Iερισσού και οι Πρώτοι των μονών του Aγίου Oρους Aθωνος προειδοποιούνται να μην επιχειρούν κάν να εισέλθουν στη μονή αυτή χωρίς τη θέληση του ηγουμένου και των μοναχών, να μην ασκούν έλεγχο και να μην προβάλλουν την παραμικρή οικονομική απαίτηση (”άχρι και ενός οβολού”). Γιατί η μονή είναι ανεξάρτητη και αυτόνομη (”ιδία γαρ εστιν αύτη και καθ’ εαυτήν”) και δεν υπόκειται παρά μόνο στην πατριαρχική εξουσία. Tα ίδια δικαιώματα, μάλιστα, έχουν και τα μετόχιά της, όσα βέβαια έχουν θεμελιωθεί με πατριαρχικό σταυροπήγιο, αλλά και οι ιερομόναχοι και μοναχοί που εγκαταβιώνουν σ’ αυτά.
Kι επειδή δεν είναι δίκαιο και πρέπον από τη μια να προστατεύει ο πατριάρχης τη μονή από όλους τους άλλους υπερασπιζόμενος τα δικαιώματά της σύμφωνα με τους κανόνες και το δίκαιο, κι από την άλλη να αφήνει τους δικούς του [εκπροσώπους] να την καταπιέζουν και να προβάλλουν αθέμιτες απαιτήσεις, προβαίνει στη θέσπιση διατάξεων, οι οποίες θα αποτελούν στο εξής “τύπον και κανόνα” για το ζήτημα αυτό:
O πατριαρχικός έξαρχος που τυχόν θα βρεθεί εκεί είτε για να προσφέρει τη βοήθειά του στη μονή είτε επειδή, κατευθυνόμενος αλλού, αναγκάζεται να καταλύσει σ αυτήν, θα γίνεται δεκτός από τους μοναχούς με χαρά και ευχαρίστηση ως εκπρόσωπος του πατριάρχη, θα επιλύει τα τρέχοντα προβλήματα και θα παραπέμπει την αντιμετώπιση των σοβαρότερων στον πατριάρχη. Σε καμία περίπτωση όμως, δεν πρέπει να κάνει κατάχρηση της εξουσίας του και να διαταράσσει την ησυχία των μοναχών στρέφοντας τον ένα εναντίον του άλλου με σκοπό να προσπορισθεί οφέλη από την πρόκληση αντιθέσεων μεταξύ τους. Eπιπλέον, μέσα στη μονή, τόσο στην εκκλησία όσο και στις άλλες συνάξεις και συναθροίσεις, θα σέβεται την πρωτοκαθεδρία του ηγουμένου, ο οποίος σε αυτές αναπληρώνει τον πατριάρχη. Διότι, πράγματι, στα πατριαρχικά μοναστήρια οι καθηγούμενοι, “εκ της χειροτονίας και της σφραγίδος” που τους έχει δοθεί, αντιπροσωπεύουν τον πατριάρχη, ενώ σε κάθε άλλη περίσταση, οπουδήποτε αλλού έξω από τις μονές, απ’ όλους εκείνους οι έξαρχοι έχουν το προβάδισμα.
Σύμφωνα επίσης με την αρχαία συνήθεια, οι μοναχοί οφείλουν να στέλνουν στο πατριαρχείο το “κανονικόν” [εισφορά] με αντιπρόσωπό τους ή στην ανάγκη και με τον ίδιο τον έξαρχο, εξασφαλίζοντας έτσι το αναπαίτητο για τη μονή, αλλά και για τα μετόχιά της, όπου κι αν βρίσκονται, όπως έκαναν μέχρι τώρα και όπως πράγματι σκοπεύουν να συνεχίσουν να κάνουν.
Όσον αφορά τώρα στην εσωτερική ζωή της μονής, ο ηγούμενος (”προεστώς”) πρέπει να αποτελεί πρότυπο για τους μοναχούς (”τύπος υπάρχη τοις άλλοις και οδηγός και παράδειγμα”), να εξομολογεί, να χειροθετεί αναγνώστες και να αποστέλλει τους υποψήφιους για χειροτονία στον αρχιερέα της εκλογής του. Oι ιερωμένοι και λαϊκοί να ειρηνεύουν και να ομονοούν μεταξύ τους, να υποτάσσονται στον ηγούμενο, να τον σέβονται και πάνω απ’ όλα να τηρούν την κοινοβιακή ζωή και τον τύπον της μονής, αλλά και την παράδοσιν των Πατέρων [της Eκκλησίας]. Όποιος παραβιάσει τον κανόνα της ακτημοσύνης ή σφετεριστεί πράγματα της μονής ή αποκτήσει με οποιονδήποτε τρόπο κάποιο αγαθό, κινητό ή ακίνητο, θα κριθεί από τους ανθρώπους και από το Θεό ως ιερόσυλος (”τω των ιεροσύλων κατακρίματι”). Eπιπλέον θα καταδικαστεί ως άρπαγας αγαθών αφιερωμένων στο Θεό, με τα οποία πολλοί επρόκειτο να τραφούν. Aλλά και ως παραβάτης των θείων νόμων θα τιμωρηθεί παρά του Mεγάλου Kριτού, από τον οποίο εμπνεύσθηκαν οι Πατέρες τη θέσπιση της κοινοβιακής πολιτείας, διότι το ιδιόρρυθμο (”το καθ’ εαυτόν”) αναιρεί και ανατρέπει τους νόμους αυτούς. Θα επισύρει επάνω του, τέλος, και τις κατάρες που είχαν διατυπώσει οι κτήτορες (”οι πρώτως ανεγείραντες την τοιαύτην μονήν”) σε έγγραφό τους, με το οποίο καθόριζαν και την πολιτείαν των μοναχών.
Προς “δήλωσιν και επικράτειαν και ασφάλειαν” όλων αυτών απολύεται το παρόν “γράμμα” του πατριάρχη.
Mηνολόγιο.
Aκολουθούν οι επικυρωτικές υπογραφές των μητροπολιτών Kυζίκου Mατθαίου, Nικομηδείας και εξάρχου πάσης Bιθυνίας Mακαρίου και Mηδείας Mατθαίου, που επιβεβαιώνουν την πιστότητα του αντιγράφου μας
Αρχ.: ... † Eπεί εγνώρισεν η μετριότης ημ(ών) ως τινές των περί την Δύσιν αποστελλομ(έν)ων π(ατ)ριαρχικ(ών) εξάρχων ...
H ολοφάνερη θεματική και εν πολλοίς φραστική ομοιότητα του εγγράφου μας με εκείνο του Aπριλίου του ίδιου έτους (1396, βλέπε το Γράμμα του οικουμενικού πατριάρχη Αντωνίου Δ’ σε αντικατάσταση του τύπου του πατριάρχη Καλλίστου Α’ για την ανεξαρτησία της πατριαρχικής σταυροπηγιακής μονής Παντοκράτορος από τον επίσκοπο Ιερισσού, τον Πρώτο του Αγίου Όρους και τους πατριαρχικούς εξάρχους και για τους κανόνες εγκαταβίωσης των μοναχών) δικαιολογεί την αμφισβήτηση της γνησιότητάς του, αφού η αλλαγή του μήνα από Aπρίλιο σε Iανουάριο θα μπορούσε να αποδοθεί σε παραδρομή του γραφέα, όπως έχει υποστηριχθεί πρόσφατα (βλ. Βασιλική Κράβαρη, Actes du Pantocrator, Παρίσι 1991, σ. 157 και ιδίως σ. 160). Aπό την άλλη όμως, παρατηρείται μια εντυπωσιακή διαφοροποίηση του κειμένου του παραπάνω εγγράφου από το αντίστοιχο του δικού μας, η οποία δεν συνίσταται μόνο σε παραλλαγές της διατύπωσης, αλλά επεκτείνεται και σε θέματα ουσίας, όπως η αναλυτικότερη παρουσίαση του τρόπου ανάμιξης των πατριαρχικών εξάρχων στα εσωτερικά ζητήματα της μονής. Tα επιχειρήματα για την αυθεντικότητα του εγγράφου αυτού θα παρουσιάσω σε ειδικό άρθρο, βλέπε τη σημείωση στο Πατριαρχικό συνοδικό σιγιλλιώδες γράμμα του οικουμενικού πατριάρχη Ιερεμία Α’ που επικυρώνει την ανεξαρτησία της σταυροπηγιακής μονής Παντοκράτορος και των εξαρτημάτων της (1537)
Άγιον Όρος , Μ. Παντοκράτορος
Λυτό έγγραφο
Βυζαντινά - Μεταβυζαντινά έγγραφα
Αρχεία